Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόriaccompagnàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [riakkompaɲˈɲare] 1 συνοδεύω σε βόλτα 2 συνοδεύω πάλι riaccompagnarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [riakkompaɲˈɲarsi] ξανακάνω παρέα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |