Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


retroattività  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [retroattiviˈta]

αναδρομικότητα


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  retro retroattivo  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

retribuzione (θηλ.ουσ)
retrivo (ουσ αρσ )
retrivo (επίθ.)
retro (ουσ αρσ )
retro (επίρ.)
retroattività (θηλ.ουσ)
retroattivo (επίθ.)
retroazione (θηλ.ουσ)
retrobocca (ουσ αρσ )
retrobottega (ουσ αρσ και θηλ.)
retrocamera (θηλ.ουσ)
retrocedere (ρ.αμτβ.)
retrocedere (ρ. μτβ.)
retrocessione (θηλ.ουσ)
retrocucina (ουσ αρσ και θηλ.)
retrodatare (ρ. μτβ.)
retrodatato (επίθ.)
retrodatazione (θηλ.ουσ)
retroflessione (θηλ.ουσ)
retroflesso (επίθ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---