Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


retrocèdere  
ρήμα αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [retroˈʧɛdere]

(andare all'indietro) οπισθοχωρώ

retrocèdere  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [retroˈʧɛdere]

sport υποβιβάζω


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  retrocamera retrocessione  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

retroattivo (επίθ.)
retroazione (θηλ.ουσ)
retrobocca (ουσ αρσ )
retrobottega (ουσ αρσ και θηλ.)
retrocamera (θηλ.ουσ)
retrocedere (ρ.αμτβ.)
retrocedere (ρ. μτβ.)
retrocessione (θηλ.ουσ)
retrocucina (ουσ αρσ και θηλ.)
retrodatare (ρ. μτβ.)
retrodatato (επίθ.)
retrodatazione (θηλ.ουσ)
retroflessione (θηλ.ουσ)
retroflesso (επίθ.)
retrogradare (ρ.αμτβ.)
retrogradazione (θηλ.ουσ)
retrogrado (ουσ αρσ )
retrogrado (επίθ.)
retrogressione (θηλ.ουσ)
retroguardia (θηλ.ουσ)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---