ItalianoGreco


ravvediménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [ravvediˈmento]

1 βελτίωση
2 αναμόρφωση
3 παραδοχή των λαθών μου
4 μετάνοια
5 μετάνιωμα
6 μεταμέλεια
7 ανάνηψη
8 διόρθωση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---