Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόrappresentànte
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [rapprezenˈtante] 1 ο εκπρόσωπος 2 (venditore) ο αντιπρόσωπος rappresentànte επίθετο Προσφορά I.P.A.: [rapprezenˈtante] αντιπροσωπευτικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |