Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόraggruzzolàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [raggruttsoˈlare] 1 αποταμιεύω με κόπο 2 περιμαζεύω 3 μαζεύω λίγα λίγα και με κόπο permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |