Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόraggruppaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [raggruppaˈmento] 1 συστοιχία 2 παρέα 3 δέσμη ομοειδών 4 σωρός 5 σύμπλεγμα 6 κλιμάκιο 7 ομαδοποίηση 8 ομάδα 9 συγκρότημα 10 όμιλος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |