Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόraffreddaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [raffreddaˈmento] 1 κρυάδα 2 δροσιά 3 ψύξη 4 δρόσισμα 5 κρύωμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |