Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόràfano
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈrafano] 1 ραφανίς 2 ραπάνι 3 ραπανάκι raphanus sativus permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |