Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόradiotrasmittènte
θηλυκό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [radjotrazmitˈtɛnte] 1 πομπός ραδιοκυμάτων 2 σταθμός εκπομπής ραδιοκυμάτων 3 ραδιοσταθμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |