Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpurìsta
αρσενικό και θηλ επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [puˈrista] 1 καθαρευουσιάνος 2 σχολαστικός 3 λογιότατος 4 γλωσσαμύντωρ 5 καθαρολόγος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |