Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprovvìsto
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [provˈvisto] 1 εξοπλισμένος 2 προικισμένος 3 εφοδιασμένος 4 ταλαντούχος 5 χαρισματικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |