Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόproduttività
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [produttiviˈta] 1 αποδοτικότητα 2 παραγωγικότητα 3 ικανότητα για απόδοση 4 λειτουργικότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |