Ιταλοελληνικό λεξικό



Donazione
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικό


profanàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [profaˈnare]

1 λοιδορώ
2 ρυπαίνω
3 εξυβρίζω
4 κηλιδώνω
5 ατιμάζω
6 μιαίνω
7 βεβηλώνω
8 μολύνω
9 βιαιοπραγώ
10 συλώ


permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  prof profanatore  >>


Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z

produzione (θηλ.ουσ)
proemiale (επίθ.)
proemiare (ρ.αμτβ.)
proemio (ουσ αρσ )
prof (ουσ αρσ και θηλ.)
profanare (ρ. μτβ.)
profanatore (ουσ αρσ )
profanatore (επίθ.)
profanazione (θηλ.ουσ)
profanità (θηλ.ουσ)
profano (ουσ αρσ )
profano (επίθ.)
profase (θηλ.ουσ)
profenda (θηλ.ουσ)
proferibile (επίθ.)
proferimento (ουσ αρσ )
proferire (ρ. μτβ.)
proferirsi (ρ.μ. (αντων.))
professante (αρσ και θηλ. επίθ και ουσ.)
professare (ρ. μτβ.)

Περιηγηθείτε στο Ιταλο-Ελληνικό Λεξικό από:

---CACHE---