ItalianoGreco


produttóre  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [produtˈtore]

ο παραγωγός

produttóre  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [produtˈtore]

1 βιομηχανικός
2 καλλιεργητικός
3 δημιουργικός
4 παραγωγικός
5 κατασκευαστικός


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---