Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprocessóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [proʧesˈsore] 1 επεξεργαστής 2 κεντρική υπολογιστική μονάδα 3 υπολογιστής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |