Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprevisióne
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [previˈzjone] η πρόβλεψη permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαprevisioni [θηλ. πλυθ.] del tempo = η πρόγνωση του καιρού Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |