Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόprèssa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈprɛssa] 1 πλήθος κόσμου 2 όχλος 3 πρέσα 4 συνωστισμός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |