ItalianoGreco


prelevaménto  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [prelevaˈmento]

1 ανάληψη χρημάτων
2 ποσό ανάληψης χρημάτων
3 απόσυρση
4 ανάληψη
5 υποχώρηση
6 αποχώρηση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---