ItalianoGreco


prelùdio  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [preˈludjo]

1 προοίμιο
2 οιωνός
3 πρελούντιο
4 προεισαγωγή
5 προανάκρουσμα
6 πρελούδιο
7 εισαγωγή
8 προμήνυμα
9 προανάκρουση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---