Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόporte–enfant
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,pɔrtanˈfan] 1 πορτ μπεμπέ 2 κρεβάτι υφασμάτινο πτυσσόμενο για μωρά 3 θέση για τη μεταφορά μωρού permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |