Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόportatovagliòlo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,pɔrtatovaʎˈʎɔlo] 1 κρεμάστρα για πετσέτες 2 πετσετοθήκη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |