Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpolàcca
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [poˈlakka] 1 μποτάκι 2 πολωνέζα (χορός σε 3/4) 3 σύνθεση χορού πολωνέζα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |