Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόperfezionàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [perfettsjoˈnare] τελειοποιώ perfezionarsi ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό) Προσφορά I.P.A.: [perfettsjoˈnarsi] 1 βελτιώνομαι 2 ειδικεύομαι 3 τελειοποιούμαι 4 ολοκληρώνομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |