Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόpasseggiatrìce
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [passedʤaˈtriʧe] 1 πουτάνα του δρόμου 2 πόρνη permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |