Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόparteggiàre
ρήμα αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [partedˈʤare] 1 συμπαρίσταμαι 2 παραστέκομαι 3 βρίσκομαι στο πλευρό κάποιου 4 συμπαραστέκομαι 5 συντρέχω 6 υποστηρίζω permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |