ItalianoGreco


parolàio  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [paroˈlajo]

1 λιμαδόρος
2 λάλος
3 γλωσσάς
4 λογάς
5 πολυκέλαδος
6 παρλαπίπας
7 παπαρδέλας
8 βαττολόγος
9 αερολόγος
10 αδολέσχης
11 φλύαρος
12 αμετροεπής
13 αρλουμπολόγος
14 αρλουμπατζής
15 αρλούμπας
16 πολύλαλος
17 σαλιάρης
18 φαφλατάς
19 βερμπαλιστής

parolàio  
επίθετο

Προσφορά I.P.A.: [paroˈlajo]

1 φλύαρος
2 περιττολόγος
3 απεραντολόγος


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---