ItalianoGreco


orpellatùra  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [orpellaˈtura]

1 φτηνά εντυπωσιακά διακοσμητικά
2 πούλιες και στρας
3 κάλυψη με χρυσοχαλκό
4 λαμέ κλωστές-ταινίες


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---