Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόorripilànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [orripiˈlante] 1 φρικαλέος 2 φρικιαστικός 3 αποτροπιαστικός 4 μακάβριος 5 ανατριχιαστικός 6 απαίσιος 7 ζοφερός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |