Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόorientàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [orjenˈtare] 1 κατευθύνω 2 πληροφορώ 3 καθοδηγώ 4 κατατοπίζω 5 βρίσκω την ανατολή 6 προσδιορίζω θέση 7 προσανατολίζω orientàrsi ρήμα μέσο αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [orjenˈtarsi] προσανατολίζομαι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |