ItalianoGreco


omologazióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [omologatˈtsjone]

1 επισφράγιση
2 κύρωση
3 επισημοποίηση
4 προσκύρωση
5 επικύρωση
6 επαλήθευση
7 έγκριση
8 επιβεβαίωση
9 έλεγχος αξιοπιστίας
10 επιδοκιμασία


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---