Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόoltraggiatóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [oltradʤaˈtore] 1 ατσαλόστομος 2 δράστης 3 βλάστημος 4 βιαστής 5 προπηλακιστής 6 κακεργέτης 7 συκοφάντης 8 παραβάτης 9 υβριστής 10 αδικών permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |