Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόolotùria
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [oloˈturja] 1 ολοθουροειδές 2 ολοθούριο 3 εχινόδερμο τάξης holothurioidaea permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |