Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόolimpìade
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [olimˈpiade] η Ολυμπιάδα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαOlimpiadi [θηλ. πλυθ.] = οι Ολυμπιακοί Αγώνες [m.] Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |