Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόoclocrazìa
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [oklokratˈtsia] 1 πολιτική επικράτηση του όχλου 2 οχλοκρατία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |