Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόobsolescènte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [obsoleʃˈʃɛnte] 1 ξεπερασμένος 2 μουσειακός 3 τείνων να γίνει άχρηστος 4 απαρχαιωμένος 5 παλιός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |