Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnominatìvo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [nominaˈtivo] 1 όνομα 2 ονομαστική πτώση 3 σημαίες τηλεπικοινωνίας πλοίων nominatìvo επίθετο Προσφορά I.P.A.: [nominaˈtivo] 1 ο της ονομαστικής πτώσης 2 γραμμένος σαν κάτοχος 3 γραμμένος σε καταλόγους permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |