Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόnicòla
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [niˈkɔla] 1 Νικόλαος 2 Νίκος 3 Νικόλας 4 Νικολός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |