Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmodellìno
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [modelˈlino] 1 μικροτέχνημα 2 μικρογραφία 3 μινιατούρα 4 έργο υπό κλίμακα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |