Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόminigònna, minigónna
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [,miniˈgɔnna], [,miniˈgonna] η μίνι φούστα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |