Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόminicompùter
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [,minikomˈpjuter] 1 υπολογιστής μικρότερος του mainframe 2 υπολογιστής μίνι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |