Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmingherlìno
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [mingerˈlino] 1 κοκαλιάρικος 2 εύθραυστος 3 λεπτεπίλεπτος 4 αδύνατος 5 λεπτός 6 ισχνός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |