Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmidòllo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [miˈdɔllo] ο μυελός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmidollo [αρσ.] osseo = ο μυελός των οστών || midollo [αρσ.] spinale = ο νωτιαίος μυελός Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |