Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmetatèri
ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός Προσφορά I.P.A.: [metaˈtɛri] 1 χημική αντίδραση μετάθεσης 2 μετάθεση αλλαγής φθόγγων λέξης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |