Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmeteorìte
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [meteoˈrite] 1 μετεωρόλιθος 2 μετεωρίτης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |