Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmensilménte
επίρρημα Προσφορά I.P.A.: [mensilˈmente] 1 μια φορά το μήνα 2 κάθε μήνα 3 μηνιαία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |