Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόménte
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈmente] ο νους, το μυαλό permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαmente [θηλ.] lucida = το καθαρό μυαλό || tenere a mente = συγκρατώ στη μνήμη Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |