Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmediocrità
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [medjokriˈta] 1 ασημαντότητα 2 μέσο 3 ασημότητα 4 έλλειψη ιδιαίτερης αξίας 5 μετριότητα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |