ItalianoGreco


mazzière  
ουσιαστικό αρσενικό

Προσφορά I.P.A.: [matˈtsjɛre]

1 χαρτοπαίχτης που μοιράζει χαρτιά
2 σκηπτούχος
3 κρουπιέρης που μοιράζει χαρτιά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---