Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόmassacratóre
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [massakraˈtore] 1 μακελάρης 2 δολοφόνος 3 πυγμάχος δυνατός αλλά άτεχνος 4 μποξέρ δυνατός αλλά άτεχνος 5 χασάπης 6 σφαγέας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |